PHIL OCHS - Ο Φλογερός Τροβαδούρος της Επανάστασης... Όταν η Τέχνη πυρπολεί σαν φωτιά

 PHIL OCHS

Ο Φλογερός Τροβαδούρος  

της Επανάστασης... 

Όταν η τέχνη πυρπολεί σαν φωτιά


του Αργύρη Καραβούλια

 


«Είναι σφάλμα να περιμένεις ανταμοιβή για τους αγώνες σου. 

Η ανταμοιβή είναι η ίδια η πράξη του αγώνα σου και όχι το τι θα κερδίσεις. Ακόμα και αν δεν περιμένεις να νικήσεις τον παραλογισμό του κόσμου, πρέπει να κάνεις την προσπάθεια. 

Αυτό είναι Ανθρωπιά, αυτό είναι Θρησκεία, αυτό είναι Τέχνη, αυτό είναι Ζωή…» 

Phil Ochs

Στην μακρόχρονη διαδρομή της μουσικής βιομηχανίας (όπου τα ονόματα των τραγουδιστών και συνθετών της διαδέχονται το ένα το άλλο πάνω σε μια αστραφτερή πίστα) με την τεράστια απήχηση των κινημάτων της ροκ και των τιτάνιων κυμάτων που σήκωνε ενάντια στο κατεστημένο μιλώντας για ελευθερία, δικαιοσύνη και αλήθεια σε έναν κόσμο σκλαβιάς και ψεύτικων επιλογών, θα δημιουργηθούν οι καλύτερες προϋποθέσεις για την ανάδειξη ενός φαινομένου που συνεχίζεται με αμείωτη την έντασή του μέχρι σήμερα.

 

Οι εκπρόσωποι αυτού του νεολαιίστικου ρεύματος στο όνομα χρυσών συμβολαίων υπέκυπταν στην γοητεία της αστραφτερής πασαρέλας του rock n roll δημιουργώντας εντέχνως ένα μίγμα επανάστασης όπως το απαιτεί η τέχνη αλλά και συμβιβασμών, όπως το απαιτούν τα ήθη και οι τρόποι των τεράστιων κεφαλαίων αυτής της βιομηχανίας που επένδυσε τα πάντα στην λάμψη αυτού του αστραφτερού ονείρου.


Μπορεί η ροκ να ξεκίνησε σαν απλή έκφραση εναντίωσης σε ένα σύστημα καταπίεσης όπου ο ρατσισμός, η γκετοποίηση, οι άθλιες συνθήκες των εργατών γης στην Αμερική των αρχών του εικοστού αιώνα δημιουργούσαν το κατάλληλο υπόστρωμα για την εναντίωση και την διαμαρτυρία, αλλά στην πορεία συνέχισε ως ένα απλό λίκνισμα των γοφών μιας συνείδησης που μετρούσε την αμφισβήτηση στις επιτυχίες των κατάμεστων clubs και των μυριάδων πωλήσεων.






Στο ετερόκλητο παζλ όπου μουσική, διαμαρτυρία, εναντίωση, κινήματα, εξέγερση και λαμπρές καριέρες συνωθούνται σε κοινές πορείες, πολλά είναι τα ονόματα που έλαμψαν και που απόλαυσαν την  δόξα τους για να δώσουν την σκυτάλη σε συνεχιστές τους σε μια αλληλοδιαδοχή μιας μουσικής κοσμογονίας όπου συνεχίζεται σχεδόν απτόητη στις ακρώρειες των κοινωνικών συμβάσεων και των κατεστημένων αξιών.


Σ΄ αυτό το στερέωμα της τέχνης και της ηχούς της υπάρχουν και αυτοί που καμία βιομηχανία δεν μπόρεσε να τους εξαγοράσει, κανένα σύστημα δεν μπόρεσε να τους απορροφήσει, ενώ κανένας δεν μπορεί να λογιστεί σαν συνεχιστής τους, αφού η τέχνη τους και το πεπρωμένο τους καίγονταν μαζί για να φωτίσουν την κρύα νύχτα του κόσμου, να ζεστάνουν τις καρδιές και τα μυαλά των ανθρώπων που έβγαιναν έξω από τα όρια και τις νόρμες στο όνομα ενός αληθινού βιώματος και μιας εμπειρίας του απόλυτου.


Από τους μουσικούς της   τέχνης που πυρπολεί κάθε συμβιβασμό και που γκρεμίζει με αλύπητη ποίηση τα σαθρά θεμέλια και τις σάπιες δομές του κατεστημένου είναι ο Φιλ Οκς (Phil Ochs), ο τροβαδούρος που το όνομά του δεν γράφτηκε με χρυσά γράμματα ούτε και στολίστηκε με τα δάφνινα στεφάνια της δόξας.



Η απαρχή μιας ατέρμονης περιπέτειας

Ο Phil Ochs γεννήθηκε στο El Passo του Τέξας στις 19 Δεκεμβρίου το 1940. Κατάγονταν από Σκωτσέζους και Πολωνούς γονείς, ενώ μεγάλωσε στο Perrysburg του Οχάιο λόγω της επαγγελματικής ενασχόλησης του πατέρα του που ήταν στρατιωτικός γιατρός.

Μικρός προοριζόταν να ακολουθήσει το ίδιο επάγγελμα με τον πατέρα του και για αυτό γράφτηκε στην στρατιωτική σχολή Stanton Military Academy όπου αποφοίτησε με άριστα.





Ο
  Phil έδειξε τις μουσικές του ικανότητες από μικρός αφού ήταν και μεγάλο ταλέντο στο κλαρινέτο. Μπορεί στο σχολείο τα μουσικά του μονοπάτια να οδηγούσαν σε κλασικούς προσανατολισμούς, ο Ochs όμως είχε ήδη σαγηνευτεί από φωνές της rock n roll, όπως τους Buddy Holly, Elvis Presley καθώς και τους folk τραγουδοποιούς Hank Williams, Johnny Cash, Faron Young κ.ά. Αργότερα μπαίνοντας στο Πανεπιστήμιο όπου είχε αποφασίσει να σπουδάσει δημοσιογραφία, ήρθε με έναν καταλυτικό τρόπο σε επαφή με τα τραγούδια του Woody Guthrie, Pete Seeger και πιο πολύ του Bob Gibson που ήταν που ήταν και σημαντική επιρροή του.

Στις αμερικάνικες εκλογές του 1960 ο Phil στοιχημάτισε με έναν συμφοιτητή του πως ο Kennedy θα ήταν ο νικητής των εκλογών, καταφέρνοντας να κερδίσει το στοίχημα και να αποκτήσει έτσι την πρώτη του κιθάρα.

Εμπνευσμένος από ένα γεγονός πάλι από μια κίνηση του Kennedy και συγκεκριμένα την εισβολή στον κόλπο των Χοίρων στην Κούβα, κίνηση που είχε ήδη προετοιμάσει το έδαφος ο προκάτοχος του Κένεντι, Ντουάιτ Αϊνζεχάουερ, ο Ochs θα γράψει το πρώτο του τραγούδι, το Ballad of the Cuban invasion, όπου και καυτηρίαζε τον τρόπο άσκησης της αμερικάνικης πολιτικής σχεδιασμένη από τα γραφεία της  CIA.

Με αυτό του το τραγούδι θα ξεκινήσει την μουσική του διαδρομή χαράζοντας το δικό του, προσωπικό στυλ στην φολκ μουσική, ενώ οι ερμηνείες του με τους χαρακτηριστικούς πολιτικούς στίχους θα οριοθετήσουν μια πορεία πρωτοπορίας στο τραγούδι διαμαρτυρίας.

Το 1962 ο Phil αναχωρεί για την Νέα Υόρκη με μια υπόσχεση στους δικούς του, πως θα γίνει ο μεγαλύτερος folk τραγουδιστής της χώρας, υπόσχεση που δεν ξέχασε ποτέ.

Αρχίζει να συχνάζει στους folk κύκλους του Greenwich Village, εκεί που φυσάει ένας άνεμος νεωτερικότητας και αλλαγής, χάπενινγκς και συγκεντρώσεις τραγουδιστών δημιουργούν το καλύτερο πλαίσιο για να αναδειχθούν καλλιτέχνες όπως ο Bob Dylan, ο Dave Van Ronk, ο Eric Von Schmidt, ο Ritchie Havens κ.ά., ενώ ο ίδιος παίζει παντού όπου μπορεί να σταθεί με την κιθάρα του, στους δρόμους, σε ανοιχτούς χώρους. 

Tην πρώτη του εμφάνιση στην σκηνή θα την κάνει στις 15 Μαρτίου 1953 σαν support του John Hammond, με το τραγούδι που είχε γράψει ειδικά για την περίσταση, το The Power and The Glory, έχοντας αφήσει σε όλους την καλύτερη των εντυπώσεων.

Την πρώτη του συναυλία θα παρακολουθήσει και ο εκδότης του περιοδικού BroadsideGil Turner που του προτείνει συνεργασία και ο Phil δέχτηκε πρόθυμα ξεκινώντας μια αρθρογραφία με έμφαση πάντα στην επικαιρότητα σταχυολογώντας τα επίκαιρα των εφημερίδων «διακοσμώντας» τα ανάλογα.

Τραγούδι βασισμένο στις ειδήσεις των εφημερίδων ήταν το Talking Plane Disaster”.

Με αφορμή την συνεργασία του με το περιοδικό θα γράψει και το τραγούδι Ballad of William Worthyπου εμπεριέχεται στο άλμπουμ Broaside Ballads Vol. 1 που θα κυκλοφορήσει μέσω της Folkways Records.

Ο πόλεμος στο Βιετνάμ, τα εργασιακά δικαιώματα, οι πολιτικοί αυταρχισμοί, ο στιγματισμός των αδικιών και της κοινωνικής καταπίεσης, το πανανθρώπινο αίτημα για ελευθερία, το αίτημα για αξιοπρέπεια και ο παραλογισμός της σύγχρονης ζωής είναι τα βασικά μοτίβα πάνω στα οποία θα γράψει τα τραγούδια του ο Phil Ochs, ύμνοι και παιάνες κατά της εξουσίας και των απανταχού εκπροσώπων της. 

 

Ένα ατελείωτο κατηγορώ που θα αφήσει εποχή, μπαίνει σε έναν δρόμο μεγάλης απήχησης από την μεριά του κοινού αλλά και απαγορεύσεων, διώξεων και αποκλεισμού του από τα ραδιόφωνα και τον τύπο από την μεριά του αμερικανικού συστήματος που εκτρέφει την αυταρχικότητα και την εκμηδένιση κάθε οράματος για την κατάκτηση ενός ανώτερου βιώματος.


Τις χρονιές 1963–1964 παίζει στο διάσημο Newport Folk Festival δίπλα σε ονόματα όπως οι Peter, Paul and Mary, Joan Baez και Bob Dylan. Με τον τελευταίο θα αναπτυχθεί μια φιλία που θα κρατήσει χρόνια, ενώ την επόμενη χρονιά ο Phil Ochs δεν θα είναι παρών στο ίδιο φεστιβάλ, ενώ ο Dylan θα εμφανιστεί με μια ηλεκτρική κιθάρα παίζοντας το Maggie’s Farm με τους φανατικούς οπαδούς από κάτω να τον αποκαλούν Ιούδα. 

Ο Ochs υπερασπίστηκε τον Dylan με ένα άρθρο του στο Village Voice για εκείνη την εμφάνιση, θαυμάζοντας το θάρρος του, αλλά οι σχέσεις τους θα ψυχρανθούν αργότερα με την κυκλοφορία του σινγκλ του Dylan Can you please crawl out your window”, όταν ο Phil θα δηλώσει και θα δικαιωθεί για αυτή του την δήλωση πως ο δίσκος δεν θα έχει καμία επιτυχία, δήλωση που θα προκαλέσει την οργή του Dylan.

Το 1965 θα κυκλοφορήσει το I aint marching anymore, δίσκος που θα τον καθιερώσει στους κορυφαίους εκπρόσωπους του protest folk, με τραγούδια εξαιρετικά και σημαντικά δείγματα της σατυρικής του και καυστικής γραφής του.

Το άλμπουμ όμως που θα ξεχωρίσει στην μέχρι τώρα πορεία του και θα συμβάλει στην περαιτέρω προβολή του Phil ήταν το In Concert, ένα κορυφαίο άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει το 1966 και θα είναι το καλύτερο από κάθε προηγούμενο με τραγούδια που ηχογραφήθηκαν κατά την διάρκεια των συναυλιών στην Βοστώνη και στην Νέα Υόρκη.

Όπως συνήθως συνέβαινε με τα τραγούδια του Phil Ochs, υπήρχε συνεχώς απαγορευτικό από τις δημόσιες αρχές για να παίζονται στα ραδιόφωνα, έτσι συνέβη και με αυτό τον δίσκο και για αυτό η εμπορικότητά του δεν θα είναι η αναμενόμενη παρόλο που οι στίχοι θα τραγουδηθούν από εκατομμύρια στόματα, τα τραγούδια του θα εμπνεύσουν κινήματα και θα λάβουν μορφή μπροσούρας σε πολλές περιπτώσεις, ένας ακτιβισμός χωρίς τέρμα, μια επανάσταση της καθημερινής ζωής όπως θα την ονομάτιζε ο Ραούλ Βανεγκέμ.

Επίσημη αιτία της απαγόρευσης ήταν η απόφαση του Phil να τυπωθούν στο οπισθόφυλλο του δίσκου εφτά ποιήματα του Μάο Τσε Τουνγκ και γράφοντας με μεγάλα γράμματα «Αυτός είναι ο εχθρός».

Απόρροια του γεγονότος του αποκλεισμού του από τα ραδιόφωνα είναι η άρνηση του κόσμου να δεχτεί την συνέπεια του Phil στην κλασική folk η οποία αρνείται τους νεοτερισμούς του Dylan, και η μη αναμενόμενη αποδοχή του κοινού στην μουσική του κυρίως λόγω της απαγόρευσης του παιξίματος των τραγουδιών του, θα στοιχίσει στην ψυχολογία του Phil Ochs με αποτέλεσμα να θελήσει να πειραματιστεί με νεωτερισμούς κυρίως από την pop και την rock απευθυνόμενος έτσι σε πιο μεγάλα ακροατήρια.

Θα φύγει από την Electra όπου είχε βγάλει τα προηγούμενα άλμπουμ του και θα υπογράψει συμβόλαιο με την A&M, την εταιρεία στην οποία ηχογραφούσε και η Joan Baez.

Από το 1960 ως το 1970 θα κυκλοφορήσει αλλά τέσσερα άλμπουμ, το Pleasures Of The Harbor το 1967, το Tape From California το 1968, το Rehearsals For Retirement το 1968 και το Greatest Hits το 1969.

Το Pleasures Of The Harbor θεωρείται ένας από τους κορυφαίους του δίσκους που περιέχει και το αριστουργηματικό The Crucifixion. Το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου το έγραψε ορμώμενος από την δολοφονία του Κένεντι, ενώ ο δίσκος σημείωσε πτώσεις στις πωλήσεις όταν το τραγούδι Outside of a Small Circle of Friends που κυκλοφόρησε και σε σινγκλ απαγορεύτηκε να παίζεται στα ραδιόφωνα.

Συνεχίζει τους πολιτικούς του αγώνες ενώ οργανώνει ο ίδιος (και με μεγάλη επιτυχία) το 1967 δύο μεγάλα συλλαλητήρια στη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες με τίτλο «The War Is Over», δίνοντας στον κόσμο ένα αισιόδοξο μήνυμα για το τέλος του πολέμου. 

Το 1968 είναι η χρονιά που η Αμερική συγκλονίζεται από τις διαδηλώσεις στο Σικάγο και ο Phil Ochs θα συμμετάσχει τραγουδώντας, διαδηλώνοντας με τους hippies και τους yippies για την επανάσταση και την ελευθερία ενώ οι δολοφονίες των Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και Ρόμπερτ Κένεντι θα τον επηρεάσουν βαθύτατα και η εκλογή του Νίξον θα τον κάνει ακόμα περισσότερο να μισήσει την εξουσία.

Στο εξώφυλλο του άλμπουμ Rehearsals For Retirement ο Phill φωτογραφίζεται σε μια ταφόπετρα που γράφει:  

«Phil Ochs (Αμερικανός) Γενν. El Passo του Texas το 1940.

Πέθανε στο Σικάγο του Illinois το 1968».

Ήταν ο δίσκος με τις χαμηλότερες πωλήσεις που είχε κάνει ποτέ, ενώ το διαζύγιο του Phil με τον κόσμο βάθαινε όλο και περισσότερο, φερόταν όλο και πιο παράξενα στοιχίζοντας του σε φιλίες και συνεργασίες.














Εμποτισμένος από τα επαναστατικά μηνύματα του Γκεβάρα από την μια και με την εμφάνισή του να προσιδιάζει αυτή του Presley από την άλλη, θα κάνει μια σειρά εμφανίσεων όπου θα παίζει τραγούδια τα οποία προκύπτουν από μίξη δικών και του Presley, ενώ με αυτή του την νέα εμφάνιση θα κυκλοφορήσει τον δίσκο Greatest Hits που το συνοδεύουν στα τραγούδια διάφοροι μουσικοί.

Ο δίσκος θα αποδειχθεί εμπορική αποτυχία, ενώ μέσα εκεί υπάρχουν και τραγούδια που ακτινοβολούν όπως το Chords of Fame, κάνοντας σε αυτό το τραγούδι κατάθεση της ψυχής του για τον δρόμο της τέχνης που υπηρέτησε μέσα από την φωνή του, αρνούμενος να γίνει άλλη μια μαριονέτα της μουσικής βιομηχανίας, να ενσωματωθεί στις λαμπυρίζουσες απαιτήσεις μιας αδυσώπητης εμπορικότητας.

Με το ιδιόρρυθμο και δηκτικό του χιούμορ  στο εξώφυλλο του δίσκου θα γράψει “50 οπαδοί του Phil Ochs δεν μπορούν να κάνουν λάθος”, παρωδώντας την περίφημη φράση από εξώφυλλο δίσκου του Presley «50.000.000 Elvis Fans Can’t Be Wrong».

Θα συνεχίσει τις περιοδείες του στις αρχές του 1970 και εκτός από τα δικά του τραγούδια κάνει και διασκευές τραγουδιών του Presley αλλά και άλλων καλλιτεχνών κυρίως country, κάτι που δεν αρέσει στο κοινό το οποίο θα τον αποδοκιμάζει και θα τον γιουχάρει, φωνάζοντάς του “Θέλουμε τον Phil Ochs και ο ίδιος να απαντά από την σκηνή “Είναι νεκρός. Πέθανε στο Σικάγο».

Χαρακτηριστικό της αποχής του πλέον από οτιδήποτε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί συμμετοχή στον κόσμο της μουσικής είναι το γεγονός πως τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1970 είχε γράψει μόνο ένα τραγούδι, το Kansas City Bomber, τραγούδι που θα το δώσει τελικά σε ένα rock συγκρότημα της Αυστραλίας τους Daddy Cool.

Τον Δεκέμβριο του 1971 ο Ochs προσκλήθηκε προσωπικά από τον John Lennon να τραγουδήσει στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν για συμπαράσταση στον John Sinclair, ακτιβιστή ποιητή που συνελήφθη με μικρή ποσότητα χασίς έχοντας λάβει σοβαρή ποινή. Ο Ochs έπαιξε στο John Sinclair Freedom Rally  μαζί με τον Stevie Wonder, τον Allen Ginsberg, τον David Peel, τον Abbie Hoffman και πολλούς άλλους.

Στη συνέχεια θα παρατήσει εντελώς την μουσική και το τραγούδι για να αρχίσει τα ταξίδια σε όλο τον κόσμο. Θα μεταφερθεί στην Χιλή μετά την αλλαγή του προέδρου Salvador Allende  και εκεί θα γίνει φίλος με τον λαϊκό τραγουδιστή της Χιλής Victor Jara.

Θα συνεχίσει τα ταξίδια του με επόμενο σταθμό την Αφρική όπου και θα γυρίσει όλη την ήπειρο, ενώ στην Κένυα θα ηχογραφήσει ένα σινγκλ με συνοδεία της τοπικής ορχήστρας Panafrican Ngemborumba Band, ενώ και τα δύο τραγούδια του σινγκλ θα τα ερμηνεύσει σε Σουαχίλι και Λινγκάλα διαλέκτους.


Στο Dar El Salaam θα δεχτεί επίθεση από κακοποιούς που μέχρι σήμερα δεν έχει ξεκαθαρίσει ποιοι μπορεί να ήταν, με πάντα ανοιχτό το ενδεχόμενο να ήταν άνθρωποι από την CIA , όπου θα αποπειραθούν να τον στραγγαλίσουν, ενώ ο Phil θα μείνει λιπόθυμος και όταν συνέλθει και αντιληφθεί που βρίσκεται, χαμένος στο πουθενά και με τις φωνητικές του χορδές να έχουν υποστεί σοβαρότατη ζημιά, θα αρχίσει ένας κύκλος ψυχολογικών μεταπτώσεων κατάθλιψης και οριστικής αποκοπής από τον κόσμο.

Θα επιστρέψει στην Αμερική, και θα διοργανώσει ένα κοντσέρτο διαμαρτυρίας και υποστήριξης του Χιλιανού λαού, το An Evening With Salvador Allende” έχοντας καλέσει διάφορα ονόματα, αλλά με περιορισμένες τις προπωλήσεις φαίνονταν πως θα οδηγούνταν σε αποτυχία. Τότε ο Phil κάλεσε τον Bob Dylan και τα εισιτήρια ξεπουλήθηκαν αμέσως.

Το 1974 θα κάνει την τελευταία του ηχογράφηση με το Heres to the State of Richard Nixon  διασκευάζοντας τον τίτλο του παλιότερου τραγουδιού του Heres to the State of Mississippiστο οποίο κατέκρινε τον ρατσισμό των Νοτίων πολιτειών της Αμερικής, ενώ στην νεότερη εκδοχή του αναφέρεται στο σκάνδαλο Watergate επί προεδρίας Νίξον.

Ο πόλεμος στο Βιετνάμ τελειώνει το 1975 και στο Central Park μαζεύονται εκατό χιλιάδες κόσμου να το γιορτάσουν τραγουδώντας. Ο Phil Ochs στην σκηνή μαζί με την Baez τραγουδά το μνημειώδες There But Fortune, ενώ ο ίδιος θα κλείσει την σκηνή με το The War Is over.

Από αυτό το σημείο και μετά ο Phil σταματά να επικοινωνεί με τον κόσμο, φέρεται αλλόκοτα, κυκλοφορεί με ένα σφυρί στον δρόμο τρομοκρατώντας τον κόσμο, πίνει αλκοόλ και γενικά η συμπεριφορά του, συνειδητή ή όχι έχει αρχίσει να προκαλεί δυσφορία, ενώ απαιτεί από όλους να τον φωνάζουν John Train.



Θα αρνηθεί τον εγκλεισμό του και στις 9 Απριλίου 1975 θα βρεθεί κρεμασμένος μέσα στο σπίτι του, παραμένοντας μέχρι σήμερα αναπάντητο το ερώτημα αν ήταν αυτοκτονία ή «αυτοκτονική» δολοφονία, γνωρίζοντας πως είχε μπει για τα καλά στο στόχαστρο των μυστικών υπηρεσιών της Αμερικής έχοντας δεχθεί ανελέητο διωγμό για τα τραγούδια του.  


Ο λόγος του και η δηκτική και καυστική σάτιρά του θα προκαλούν τους πάντες με έναν ακανθώδη τρόπο. Ποτέ του δεν θέλησε να ωραιοποιήσει καμία κατάσταση, ανένταχτος μέχρι τέλους, υπηρετώντας πιστά και με αφοσίωση την τέχνη του  που σε πείσμα των εμπορικών σειρήνων αρνήθηκε να την εξαγοράσει με φήμη, χρήματα ή ότι άλλο προσεγγίζει σε μια επιτυχημένη καριέρα. 

Φτάνοντας στα άκρα, ξεπερνώντας τα όρια, μαχητής της ελευθερίας και εκφραστής του πόνου του ανθρώπου που συνθλίβεται στα γρανάζια των αδυσώπητων εξουσιών θα γράψει τον δικό του προσωπικό θρίαμβο ανέγγιχτος από οτιδήποτε έχει να κάνει με την φθορά αυτού του κόσμου. Z


PHIL OCHS

CHORDS OF FAME

ALBUM GREATEST HITS

I found him by the stage last night -- he was breathing his last breath
A bottle of wine and a cigarette was all that he had left
I can see you make music 'cause you carry a guitar
God help the troubadour who tries to be a star

So play the chords of love, my friend, play the chords of pain
If you want to keep your song
Don't, don't, don't, don't play the chords of fame

I seen my share of hustlers as they try to take the world
When they find their melody, they're surrounded by the girls
But it all fades so quickly like a sunny summer day
Reporters ask you questions, they write down what you say

So play the chords of love, my friend, play the chords of pain
If you want to keep your song
Don't, don't, don't, don't play the chords of fame

They'll rob you of your innocence, they will put you up for sale
The more that you will find success, the more that you will fail
I been around, I've had my share, and I really can't complain
But I wonder who I left behind the other side of fame

So play the chords of love, my friend, play the chords of pain
If you want to keep your song
Don't, don't, don't, don't play the chords of fame

  

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ  

ΜΙΑ ΦΩΤΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΟΣ

Τα τραγούδια διαμαρτυρίας ως τρόπος έκφρασης μιας κατάστασης και εναντίωσης στην κοινωνική αδικία μπορούμε να πούμε πως ξεκίνησαν στην Αμερική το 1901 όταν κάποιος Τζον Χαάγκλουντ, Σουηδός μετανάστης, που εργαζόταν σκληρά σε κάθε είδους δουλειά κάτω από άθλιες συνθήκες στην περιοχή της Καλιφόρνιας, αποφασίζει να τραγουδά σε κάθε αγώνα, να συμμετέχει σε κάθε εξέγερση, να διαδηλώνει σε φυλακές με τα τραγούδια του, να στιγματίζει την αθλιότητα του εργατικού κόσμου, τον ρατσισμό, την καταπίεση, έχοντας πάρει το όνομα Τζο Χιλ. 

Ασφαλώς είναι αδόκιμο να θεωρήσουμε την γέννηση του τραγουδιού διαμαρτυρίας αποκλειστικό τέκνο του εν λόγω τραγουδοποιού, αφού είχαν προηγηθεί στην Αγγλία από τον 18ο ήδη οι Broadside Ballads, όπως και τα τραγούδια των ανώνυμων μαύρων σκλάβων που αποτελούσαν τον δικό τους τρόπο να εκφράσουν την τραγικότητα της ζωής τους.

Αυτό που κάνει όμως τον Τζο Χιλ μαζί με τον Γούντι Γκάθρι και τον Πιτ Σίγγερ πρωτοπόρους σε αυτό το είδος τραγουδιού είναι η αποκλειστική σύνδεση της τέχνης με τους κοινωνικούς αγώνες. 

Είναι αυτοί οι καλλιτέχνες που γίνονται το πρόπλασμα για μια τέχνη που θα βάλει το τραγούδι στις κάνες των όπλων για να πυροδοτήσει παντού τον άκρατο πόθο για ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Στα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης στην Αμερική το τραγούδι διαμαρτυρίας θα γνωρίσει μεγάλη διάδοση και απήχηση και θα συνδεθεί στενά με την folk μουσική.

Ο Τζο Χιλ θα εκτελεστεί στις 19 Νοεμβρίου 1915 με την αιτιολογία τον φόνο ενός εμπόρου, πράγμα που δεν συνέβη ποτέ.

Ο Πιτ Σίγγερ που θα γεννηθεί τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Τζο Χιλ θα βρεθεί στο στόχαστρο του Γερουσιαστή Μακάρθυ εν μέσω ενός καινούργιου κυνηγιού μαγισσών, ενώ ο Γούντι Γκάθρι, ο οποίος ήταν τριών ετών όταν πέθανε ο Σουηδός μετανάστης, θα κυνηγηθεί ανηλεώς και θα διώκεται από την αστυνομία από τα μέρη που τραγουδάει.  


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Η ποίηση του ροκ, David Pichaske, Εκδόσεις Πρίσμα

Ο ήχος της πόλης, Τσάρλι Γκίλετ, Εκδόσεις Νέα Σύνορα - Λιβάνη

Η Ιστορία του μπλουζ, Πωλ Όλιβερ, Εκδόσεις Απόπειρα

Ο Αιώνας των Ανατροπών-Το Λεξικό των Κινημάτων Αμφισβήτησης στον 20ο αιώνα Εκδ. Οξύ

Περιοδικό Ψυγαγωγός, Τεύχος 9, Καλοκαίρι 1998

Περιοδικό Ηδύφωνο, Απρίλιος 2015


Πρώτη δημοσίευση του άρθρου στο περιοδικό  STRANGE, Τεύχος 168.


Δημοσίευση σχολίου (0)
Νεότερη Παλαιότερη