Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΣΟΥΧΟΥΜ ΤΗΣ ΑΜΠΧΑΖΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ




του Γεώργιου Γρηγοριάδη

ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ -  ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΠΟΙΚΙΩΝ  
ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΑΜΠΧΑΖΙΑΣ -  ΒΥΖΑΝΤΙΟ
  

Η πόλη Σουχούμ ή Σουχούμι  βρίσκεται  στα  βόρειο-ανατολικά  παράλια του Ευξείνου Πόντου και  η πρώτη εμφάνιση των Ελλήνων στην περιοχή αυτή έλαβε χώρα τον 8ο αι. π.Χ.  Στα τέλη του 7ου αι. – αρχές του 6ου αι. π.Χ.  Έλληνες από τη Μίλητο ίδρυσαν στη θέση της σημερινής  πόλης την Διοσκουριάδα (ή αλλιώς Διοσκουριάς). Η ονομασία αυτή δόθηκε προς τιμήν του Κάστορα και του Πολυδεύκη - των δύο Διοσκούρων, που λατρεύονταν ιδιαίτερα στη Μίλητο. Αυτές τις πληροφορίες  αντλούμε  χάρη στην Αργοναυτική εκστρατία και από  τους αρχαίους Έλληνες ιστορικούς.

Η Διοσκουριάς δεν ήταν η μοναδική αποικία των Ελλήνων στα μέρη αυτά. Οι πιο κοντινές σε αυτήν  ήταν η Γύενος και  η Πιτυούντα. Από τον  5ο μέχρι τον  2ο αι. π.Χ. η Διοσκουριάδα έπαιζε, σύμφωνα με τον Στράβωνα,  μεγάλο οικονομικό και πολιτικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ Κασπίας Θάλασσας και Ευξείνου Πόντου, λόγω της άνθισης του εμπορίου. Το μεγάλο φυσικό λιμάνι της πόλης είναι ένα από τα καλύτερα στη Μαύρη Θάλασσα.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές των τελευταίων  δεκαετιών  έφεραν στο φως  απομεινάρια  κτισμάτων, ναών, καθώς καί αμφορείς, μία μαρμάρινη  επιτύμβια στήλη, ένα αγαλματίδιο της Δήμητρας, κοσμήματα, κέρματα και άλλα αντικείμενα  από την άλλοτε ανθούσα αυτή ελληνική πόλη.  Το 2002  βρέθηκαν  στο κέντρο της σημερινής πόλης  θεμέλια κτιρίων  της αρχαίας Διοσκουριάδας.  Μετά τον πόλεμο του 1992-1993 μεταξύ  Αμπχαζίας καί  Γεωργίας και αφού κατεστράφησαν   ολοσχερώς πολλά σύγχρονα κτίρια, δίδεται  πλέον  η ευκαιρία να πραγματοποιηθούν σωστικές ανασκαφές  πριν  την  ανοικοδόμηση της πόλης, αλλά η έλλειψη πόρων καθιστά αδύνατη  τη διεξαγωγή αυτών των ερευνών.
Η ελληνική γραφή και ο πολιτισμός αποτέλεσαν  τα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης  της αρχαίας πόλης, αλλά και των γειτονικών περιοχών της. Αργότερα  αυτή αποτέλεσε τμήμα του Βασιλείου του Πόντου και ακολούθως της Ρωμαϊκής  Αυτοκρατορίας, στα χρόνια της οποίας  από Διοσκουριάδα μετονομάστηκε σε Σεβαστούπολη (Sebastopolis) προς τιμήν του  αυτοκράτορα  Οκταβιανού (27 π.Χ.-14 μ.Χ.),  ο οποίος κατείχε τον τίτλο του Αυγούστου-Σεβάστου. Κατά τον 5ο αι. μ.Χ. η Αμπχαζία έγινε τμήμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Από τότε άρχισαν εκεί εντατικές εργασίες για την οικοδόμηση  φρουρίων, χριστιανικών ναών και δρόμων. Τον  3ο-4ο αι. μ.Χ. η Αμπχαζία  εκχριστιανίστηκε και ο αρχιεπίσκοπος  Πιτυούντας Στρατόφυλος πήρε μέρος στην Οικουμενική Σύνοδο  της Νίκαιας το 325, γεγονός που  μαρτυρεί τη  σημαντική  διάδοση  του χριστιανισμού διαμέσου των  Ελλήνων στην ευρύτερη περιοχή, την τότε ονομαζόμενη Αβασγία και Αψιλία. Έως τον 10ο αι. η Θεία Λειτουργία  γινόταν στις εκκλησίες της Αμπχαζίας  αποκλειστικά στην ελληνική γλώσσα καθώς και  αργότερα, αλλά  μόνο  περιστασιακά. Η Αμπχαζία διαμέσου των Ελλήνων διατηρούσε   στενές σχέσεις με την ηπειρωτική Ελλάδα, την Μικρά Ασία και με όλο τον ελληνικό κόσμο της εποχής. 
            Τον 8ο αι. μ.Χ  η Σεβαστούπολη, η οποία αναφέρεται ήδη στα ιστορικά κείμενα ως Τσχούμ, λεηλατείται  καί  χάνει την  πάλαι ποτέ σημασία της, έως  τον  ερχομό των ιταλών εμπόρων, οπότε   ανακάμπτει η οικονομία της. Είχε  στενές σχέσεις με την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και την Κωνσταντινούπολη. Οι σχέσεις της Αβασγίας και της Αψιλίας  με το Βυζάντιο  δεν περιορίζονταν  μόνο στην  ύπαρξη του βυζαντινού στρατού  εκεί, αλλά χαρακτηρίζονταν από στενή επικοινωνία  καθ’ όλο το φάσμα  της τοπικής ιστορίας, δημιουργώντας  έτσι  ένα σύνθετο πλαίσιο  αλληλεπίδρασης  των πολιτισμών, των γλωσσών και των  γονιδίων.
Αργότερα το Τσχούμ, όπως και όλη η Αμπχαζία  έγινε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και από την περίοδο αυτή η κατάσταση της πόλης άρχισε να χειροτερεύει . Με την οριστική κατάληψή της από Οθωμανούς, το 1724, η  πόλη μετονομάστηκε σε Σουχούμ-Καλέ και τότε ήταν που άρχισαν  η εργασίες ανέγερσης  κάστρου στα ερείπια του βυζαντινού φρουρίου της,  για να τοποθετηθεί εκεί η φρουρά των κατακτητών. Μέχρι την αρχή του 19ου αι. η ελληνική κοινότητα στο Σουχούμ-Καλέ ήταν η μεγαλύτερη απ’ όλες, επειδή οί Έλληνες, ως θαλασσοπόροι και καλοί έμποροι που ήσαν, είχαν το δικαίωμα να μένουν στις πόλεις, που κατακτήθηκαν από τους Οθωμανούς, μιάς καί οι κατακτητές τούς είχαν ανάγκη.

O ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ  ΜΕΤΑ ΤΗΝ  ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΜΠΧΑΖΙΑΣ 
ΣΤΗ ΡΩΣΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Το 1810  η Αμπχαζία έγινε μέρος της  Ρωσικής  Αυτοκρατορίας ως Δουκάτο.
Με την ευκαιρία αυτή  ήλθαν στην ομόθρησκη Ρωσία -και συγκεκριμένα στο Σουχούμ-Καλέ- νέα κύματα Ελλήνων μεταναστών. Τότε κτίζονται και καινούργιες εκκλησίες . Παραδείγματος χάριν, το 1821 με  έξοδα ενός  Έλληνα ονόματι  Σκαρδανά , που ήλθε από τη Μύκονο, ανεγέρθη εκκλησία στα ερείπια  παλαιότερου βυζαντινού ναού. 
Οι Έλληνες, προερχόμενοι από τις υπόλοιπες περιοχές της παρευξείνιας ζώνης, εγκαταστάθηκαν κατά κύριο λόγο στην Αμπχαζία, δίνοντας έτσι  ώθηση στο εμπόριο, αλλά και προάγοντας  το έργο της  Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι πρώτες μεγάλες ομάδες Έλλήνων προσφύγων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισαν να μεταναστεύουν στην Αμπχαζία  τα  χρόνια του Κριμαϊκού πολέμου (1853-1856). Εκείνη την περίοδο δήμαρχος του Σουχούμ-Καλέ ήταν ο ελληνικής καταγωγής  Γιωρίκας (Γεώργιος) Ουσταμπάσογλου, ο οποίος είχε αποκτήσει  πιά  την  ρωσική υπηκοότητα. Συγκεκριμένα, η πρώτη ομάδα  Ελλήνων μεταναστών, που αποτελούνταν από τριακόσιες οικογένειες, ιδιαίτερα ναυτικών, έφθασε και εγκαταστάθηκε στην Αμπχαζία την 12η Απριλίου 1854  με το πλοίο ``Άγιος Ιωάννης`` του Έλληνα Φωτίου Σαράνδου. 
        Διακόσιες εξήντα  οικογένειες  έφθασαν και εγκαταστάθηκαν  στην πόλη Σουχούμ και στα γειτονικά χωριά. Νεώτερο κύμα  Ελλήνων μεταναστών στην περιοχή  της Αμπχαζίας έχουμε μετά το τέλος  του ρωσο-τουρκικού πολέμου κατά τα έτη 1877-1878. Αρχικά οι  περισσότεροι, εκτός από το εμπόριο, εργάζονταν σε οικοδομές  ως τεχνίτες, στην  καπνοπαραγωγή στα χωριά, στην καλλιέργεια  οπωροφόρων δένδρων, αλλά  και φουντουκιού. Οι Έλληνες είχαν κατοικίσει συνολικά περίπου πενήντα με εξήντα  χωριά της  Αμπχαζίας. Με την  καλλιέργεια ποικιλιών καπνού υψηλής ποιότητας, όπως  η ``Σαμψούντα`` και  η ``Τραπεζούντα``, τις οποίες οι  Έλληνες του Πόντου  έφεραν μαζί τους στην Αμπχαζία, η οικονομία του τόπου  βελτιώθηκε σημαντικά, γεγονός  το οποίο αναγνωρίστηκε από τις τότε τοπικές Αρχές.
       Ο Αντώνης Παπααντώνης, ο Παναγιώτης Μεταξάς, ο Γρηγόριος Ξανθόπουλος  και  ο Σ.Περσόπουλος συγκαταλέγονταν  στους πιό διάσημους  εμπόρους  στην πόλη την εποχή εκείνη.  Το 1870 δώδεκα από τους δεκαεπτά εμπόρους της πόλης, που είχαν δικαίωμα εξωτερικού εμπορίου, ήσαν Έλληνες. Το 1874 οι  Έλληνες  αποτελούσαν το 40% του εκλογικού σώματος της πόλης.

          ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ                  ΤΗΣ ΑΜΠΧΑΖΙΑΣ  ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 20-ου ΑΙΩΝΑ

      Από τον Πόντο μετανάστευσε στο έδαφος της Αμπχαζίας μεγάλος αριθμός  Ελλήνων  διανοουμένων, με αποτέλεσμα  το επίπεδο της εκπαίδευσης να είναι υψηλότερο σε σχέση με άλλες περιφέρειες. Σε κάθε χωριό, που εγκαταστάθηκαν Έλληνες, έκτισαν τις δικές τους εκκλησίες, ίδρυσαν εκκλησιαστικά σχολεία, στα οποία τα παιδιά  διδάσκονταν τη μητρική τους  γλώσσα και  αργότερα ίδρυσαν και επαγγελματικά σχολεία. Στην πόλη του Σουχούμ εγκαινιάζεται την 6η  Νοεμβρίου  1903 το Παρθεναγωγείο καί στη συνέλευση η Επιτροπή του εκλέγει τον καπνοπαραγωγό  Χριστόφορο Σαμουρίδη στη θέση του Διευθυντή.
Τον Οκτώβριο του 1905, δεκαοκτώ αντιπρόσωποι των Ελλήνων του Σουχούμ συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Γ.Θ.Ζωγραφόπουλου, για να επιλέξουν  τους Εφόρους  για το ελληνικό σχολείο της πόλης. Αυτοί ήταν οι εξής: ο Χρήστος Σαμουρίδης, ο Γεώργιος Ζωγραφόπουλος, ο Δημήτριος Κομνηνός, ο Γεώργιος Μποσταντζόγλου, ο Αχιλλέας Ουσταμπασίδης και ο Απόστολος Τεκμιτσιώφ (Τεκμετζόγλου). Μέλη της Επιτροπής Ελέγχου έγιναν ο Λεωνίδας Ποιμενίδης, ο Γεώργιος Ιωσηφίδης, ο Κοσμάς Σπυράντης και ο Αναστάσιος Μαριώτης. Γενικό  Γραμματέα της Επιτροπής των Εφόρων διόρισαν τον Γ.Ιωσηφίδη. Εκείνη την ημέρα πάρθηκε η απόφαση για την μελλοντική ίδρυση δευτεροβάθμιου ελληνικού σχολείου στην πόλη Σουχούμ, το οποίο  κτίστηκε τελικά το 1909.
Το 1905 ιδρύεται η Ελληνική Κοινότητα του Σουχούμ. Το 1915 αποπερατώνεται
η οικοδόμηση της  ελληνικής  εκκλησίας ``Ευαγγελισμός της Θεοτόκου``.
Ελληνική εκκλησία Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στο Σουχούμ που κτίστηκε το 1909 1915
Δημιουργείται και ελληνικός φιλανθρωπικός  σύλλογος ``Μόρφωσις`` στην πόλη.
Μεγάλο ρόλο  παίζουν οι  Έλληνες και  στον πολιτιστικό τομέα της πόλης.  Το 1912  το  μέλος της ελληνικής κοινότητας  Ιωακείμ Αλοϊζη  ανεγείρει το θέατρο ``Αλοϊζη`` χωρητικότητας  εξακοσίων  εβδομήντα θεατών και  το ξενοδοχείο ``Γράν Οτέλ``.  Τον προηγούμενο χρόνο ο Χρήστος  Σαμουρίδης εγκαινιάζει το θέατρο ``Σαμουρίδη``, που ήταν κτισμένο σύμφωνα με το στιλ του Μοντερνισμού.
O τάφος του Δούκα της Αμπχαζίας 1818 στο Βυζαντινό Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του 8ου 9ου αιώνα στο Λύχνι

Στην  πόλη  δημιουργούν διεθνούς φήμης  φωτογράφοι-καλλιτέχνες  όπως ο Ιωάννης Π. Ευκαρπίδης και ο Λεωνίδας Ι. Ποιμενίδης.
Πολλοί  Έλληνες  δημιούργησαν διαφόρων ειδών εμπορικά καταστήματα, καφενεία, ξενοδοχεία, ιατρεία, εργοστάσια καπνοπαραγωγής, όπως  ο Ι.Ν.Ιαχιόπουλος, ο Δ.Κομνηνός και άλλοι, αλλά και έκτισαν  κτίρια μεγάλης αρχιτεκτονικής  αξίας, τα οποία στο σύνολό τους σχεδόν, κοσμούν την  πόλη μέχρι τις μέρες μας. Τα πιο ωραία από αυτά είναι το μέγαρο Χ.Σαμουρίδη του 1912, το ξενοδοχείο `` Σαν Ρέμο``(1914), που ανήκε αρχικά στον  Χ. Σπανάκη και αργότερα στον Θ. Μπαλντατζή, το μεγαλύτερο πενταώροφο κτίριο της εποχής περί 1912 στην πόλη - το ξενοδοχείο ``Ορντού``, που ανήκε στην οικογένεια Σ.Π. Στεφανίδη, καθώς και το σημερινό κτίριο του δημαρχείου, που κτίσθηκε επίσης από τον Σ.Στεφανίδη το 1914, το ξενοδοχείο ``ΕΛΛΑΔΑ``του Δημητρίου Κ.Κομνηνού του 1902. Το 1912 εγκαινιάζεται το ξενοδοχείο ``Βενιζέλος`.
Η ανάπτυξη  καπιταλιστικών οικονομικών σχέσεων στη Ρωσία  των αρχών του 20ουαι. δημιουργούσε  μεγάλες προσδοκίες για ανάπτυξη  και στον ελληνικό πληθυσμό της χώρας.
Σημαντική επιρροή στους Έλληνες  στο Σουχούμ εκείνης της περιόδου είχαν ο Κ.Σπυράντης ως πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας του  Σουχούμ, ο Ι.Πασαλίδης, ο Χ.Σαμουρίδης, ο Α.Μαριέτης, ο Δ.Κομνηνός, ο Ι.Ιαχιόπουλος, ο Ι.Σοφιάνωφ, ο Ι.Αλοϊζη, ο Π.Ζωγραφόπουλος, μέλη των οικογενειών Μεταξά και Στεφανίδη, ο Α.Τεκμιτσιώφ, ο  Ι.Μηλόπουλος, ο Π.Πουμπουρίδης, όπως και πολλοί ιερείς.
            Με την κήρυξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου  η ανάπτυξη  αυτή σταμάτησε και μετά  το Οκτωβριανό Πραξικόπημα (επανάσταση) των Μπολσεβίκων, το 1917, μεγάλα δεινά  σημάδεψαν τη ζωή των Ελλήνων της περιοχής και όχι μόνο. Το 1918 και  για  περισσότερο από ένα μήνα, την εξουσία άσκησαν τα Σοβιέτ. Μέσα στο γενικότερο χάος  εκείνης της  περιόδου η ελληνική κοινότητα δημιούργησε τη δική της στρατιωτική δύναμη.  Η επικράτηση των Μενσεβίκων  στη Γεωργία  προκαλεί  προβλήματα στον ελληνικό πληθυσμό, που απειλείται με  εκτόπιση από το έδαφος της  χώρας. Το 1919-1920 πολλοί  Έλληνες  εγκαταλείπουν την Αμπχαζία και  τα σπίτια τους  παραδίδονται σε  γεωργιανούς.
Το 1918 -1921 στο Σουχούμ εκδίδονται 2 ελληνικές εφημερίδες: η ``Μόρφωσις``του Κοσμά Σπυράντη και η ``Νέα Ζωή``του Ι. Πασαλίδη.
Εφημερίδα Μόρφωσις Σουχούμ 1918 1921 Εκδότης Κοσμάς Σπυράντης


       Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ  ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ  ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗΣ  ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ        - ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΙΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΕΣ         ΣΥΝΘΗΚΕΣ

           Το 1921  επικράτησε οριστικά η εξουσία των Σοβιέτ και  κρατικοποιήθησαν σχεδόν τα πάντα. Μεγάλες περιουσίες Ελλήνων  καθώς και άλλων κατοίκων της πόλεως  πέρασαν στην ιδιοκτησία του κράτους. Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση απαγορεύθησαν τα ιδιωτικά σχολεία, καθιερώθηκε η δωρεάν παιδεία, η κοινή φοίτηση των δύο φύλων στα σχολεία, διαχωρίσθηκε η Εκπαίδευση από την  Εκκλησία και η Εκκλησία από το Κράτος, απαγορεύθησαν οι θρησκευτικές τελετές και η διδασκαλία κάθε θρησκευτικού δόγματος στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Όλες οι εθνότητες απέκτησαν το δικαίωμα να σπουδάζουν στην μητρική τους γλώσσα.
      Κάθε χρόνο δημιουργούνταν  όλο και περισσότερα ελληνικά σχολεία, αλλά η διδασκαλία, μετά το 1926, γινόταν με τα καινούργια σοβιετικά βιβλία και τη  σχετική κομμουνιστική προπαγάνδα που περιείχαν, ενώ πριν το 1926 τα σχολικά βιβλία  έρχονταν από την Ελλάδα.
Το 1924 μεγάλος αριθμός Ελλήνων,  που υπήρξαν πρόσφατα πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία,  φεύγει για την Ελλάδα και συγκεκριμένα κατά το έτος 1925 περίπου πέντε χιλιάδες οικογένειες, γεγονός το οποίο ανησύχισε τις  Αρχές, αφού είχε  αρνητικό αντίκτυπο στον κλάδο παραγωγής καπνού υψηλής ποιότητας. Το 1925 ο ελληνικός πληθυσμός  στην Αμπχαζία ανέρχεται σε είκοσι πέντε χιλιάδες άτομα, εκ των οποίων οι περισσότεροι κατοικούν στην πρωτεύουσά της, το Σουχούμ. Σύμφωνα με την απογραφή του 1924, από τα πέντε χιλιάδες σπίτια του Σουχούμ, το 80%, και μάλιστα τα πιό καλά από αυτά, ανήκαν σε Έλληνες.
To Ελληνικό σχολείο του Σουχούμ από το 1909 έως το 1938

Για να καλύψουν τις ανάγκες τών όλο και περισσοτέρων ελληνικών σχολείων, το 1927 οι Αρχές δημιουργούν το ελληνικό Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, από το οποίο αποφοιτούσαν οι δάσκαλοι. Διευθυντές των σχολείων στο Σουχούμ διετέλεσαν ο Β.Καρτάσης, ο Χ.Ιππολίτωφ, ο Ε.Μηταφίδης. Έως το 1926 η διδασκαλία γινόταν στην καθαρεύουσα και αργότερα στη δημοτική.
Το 1932 άρχισε να εκδίδεται η ελληνική εφημερίδα ``Κόκκινος Καπνάς`` η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε ``Κομμουνιστής``. Οι εκδοτικοί οίκοι της ΕΣΣΔ  εξέδιδαν πολλά βιβλία στην ελληνική γλώσσα και, εκτός των σοβιετικών συγγραφέων, ετύπωναν και συγχρόνους, καθώς και αρχαίους Έλληνες  λογοτέχνες. Όλα αυτά καταδεικνύουν την ακμή των Ελλήνων εκείνης της περιόδου στη Σοβιετική Ένωση. Στο Σουχούμ λειτουργούσε από το 1927 επίσης το Ελληνικό Εθνικό Θέατρο, στο οποίο διέπρεψε ο σκηνοθέτης, ηθοποιός και  μέλος της Ένωσης Σοβιετικών Λογοτεχνών Θεόδωρος Κανονίδης. Στο Σουχούμ μεγαλούργησε και ο μεγάλος μαέστρος Οδυσσέας Δημητριάδης.
Αρκετοί Έλληνες μετείχαν και στα διοικητικά όργανα της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Αμπχαζίας. Υπουργός υγείας διετέλεσε ο Ιωάννης Σεμερτζίεφ-Χιώτης, υπουργός εσωτερικού Εμπορίου ο Κυριάκος Παροτίδης, υφυπουργός  Γεωργίας ο  Αναστάσιος Εγκέλωφ.
Μέχρι το 1936, όταν κατά  την επίσκεψή του στην Τυφλίδα δηλητηριάστηκε ο  κυβερνήτης της Αμπχαζίας  Νέστωρ Λακόμπα, που  εκτιμούσε ιδιαίτερα τους Έλληνες, η κατάσταση στη χώρα  ήταν ομαλή. Μετά τον θάνατό του  άρχισαν οι διωγμοί. Από τους πρώτους εξοντώθηκαν οι διασημότεροι Έλληνες, όπως ο Κ. Παριτίδης, ο Κ. και ο Ι.Σεμερτζίεφ, ο Ν.Δελαβέρης, ο Θ.Αναστασιάδης, ο Α.Εγκέλωφ.
            Πρέπει να σημειωθεί, ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 οι Αρχές της Τυφλίδας  υιοθέτησαν μια πολιτική ``εκγεωργιανισμού`` της Αμπχαζίας και συνεχώς  έφερναν νέο πληθυσμό εποίκων  από τη Γεωργία. Σε αυτό πρωτοστάτησε ο αιμοσταγής μεγκρέλος σωβινιστής Λαυρέντι Μπέρια με την υποστήριξη του επίσης γεωργιανού  Στάλιν.
Το Σουχούμ το 1936 μετονομάσθηκε σε Σουχούμι, σύμφωνα με τους κανόνες της γεωργιανής γλώσσας. Άλλαξε και η  πολιτική προς τις εθνικές μειονότητες. Το 1938 έκλεισαν οριστικά τα  ελληνικά σχολεία, τα τυπογραφεία, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το θέατρο, οι εφημερίδες (το 1939) και τα παιδιά αναγκάστηκαν να παραδώσουν όλα τα ελληνικά βιβλία στα σχολεία  τους, για να καταστραφούν αργότερα. Ακολούθως έκλεισαν τα εθνικά σχολεία και των Αμπχαζίων, των Αρμενίων και των υπολοίπων εθνοτήτων.
Κατά το διάστημα 1937-1939, μεγάλος αριθμός Ελλήνων υπηκόων εγκαταλείπει την Αμπχαζία και κατευθύνεται προς την Ελλάδα.
Με την κήρυξη του πολέμου ΕΣΣΔ-Φινλανδίας, το έτος 1939, πολλοί Έλληνες από το Σουχούμι εστάλησαν στο μέτωπο, όπου και σκοτώθηκαν σχεδόν όλοι. Αρκετοί συμμετείχαν επίσης στον πόλεμο εναντίον του Χίτλερ.

ΕΞΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΣΤΟ ΚΑΖΑΧΣΤΑΝ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΣΙΑ

Παρόλ’ αυτά, τον Ιούνιο του 1949,  σύμφωνα με μυστική απόφαση των σοβιετικών Αρχών, οι οποίες δεν ήθελαν τους Έλληνες στα σύνορα της χώρας, σχεδόν όλος ο ελληνικός πληθυσμός του Σουχούμι, της Αμπχαζίας και των παραθαλάσσιων περιοχών της Γεωργίας εκτοπίσθηκε στο Καζαχστάν. Τα νοικοκυριά των Ελλήνων παραδόθησαν στους κατά δεκάδες χιλιάδες νεοφερμένους  Γεωργιανούς. Έτσι  οι σωβινιστικές αρχές της Γεωργίας, και  με βασικούς καθοδηγητές του σχεδίου αυτού τους Λ.Μπέρια και Ι.Στάλιν, κατόρθωσαν  τον ``εκγεωργιανισμό``της Αμπχαζίας καταπατώντας τα ανθρώπινα και εθνικά δικαιώματα όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά και  των γηγενών Αμπχαζίων και άλλων εθνοτήτων της πολυφυλετικής Αμπχαζίας. Συνολικά εξορίσθησαν περίπου 35.000 με 40.000 Έλληνες, από τους οποίους μόνο 7.000 με 9.000 χιλιάδες άτομα κατόρθωσαν να γυρίσουν στην Αμπχαζία, μετά το θάνατο του Στάλιν και την  καταδίκη και εκτέλεση του Λ.Μπέρια στη δεκαετία του 1950. Πολλοί  πέθαναν στην εξορία  από τις κακουχίες  και αυτό δίδει τη δυνατότητα, ώστε να  χαρακτηρισθεί η πράξη αυτή των σοβιετικών Αρχών  ως γενοκτονία.

ΜΕΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ - 
ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ 
ΚΑΙ ΘΕΑΤΡΟΥ- ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ

Μετά τον θάνατο του Στάλιν οι σοβιετικές Αρχές  καταδίκασαν τα εγκλήματά του, αλλά δεν έπραξαν τα δέοντα, για να βοηθήσουν στην επιστροφή όλων των εξορισμένων. Βασικά, το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επιστροφή των Ελλήνων ήταν οι ίδιες οι  Αρχές της Γεωργίας, τις οποίες εξυπηρετούσε η τετελεσμένη δημογραφική κατάσταση  με την  πληθυσμιακή υπεροχή του γεωργιανού στοιχείου, που μεταφέρθηκε στην Αμπχαζία  μετά την εξορία των Ελλήνων. 
Η καινούρια αυτή δημογραφική κατάσταση διατάραξε την  ειρηνική συμβίωση των  εθνοτήτων της Αμπχαζίας. Τα σπίτια των Ελλήνων στο Σουχούμι δεν επεστράφησαν στους νόμιμους κατόχους τους και κάποια μηδαμινή αποζημίωση δόθηκε μόνο σε 500 άτομα . Οι Έλληνες αναγκάστηκαν να κτίσουν καινούργια σπίτια σε απόμερες περιοχές της πόλης, όπου υπήρχε  χέρσα γη ή ήταν πρώην βαλτότοποι. Η συμπεριφορά των γεωργιανών εποίκων προς τους Έλληνες ήταν εχθρική.
           Δεν επιτρεπόταν η επαναφορά της διδασκαλίας των ελληνικών στα σχολεία. Με μεγάλη δυσκολία, και ύστερα από επανειλημμένες διαμαρτυρίες προς τις αρχές της Μόσχας, επετράπη κατά το έτος 1958 η λειτουργία του ελληνικού θεάτρου, καθώς και μουσικών συγκροτημάτων. Σημαντικότερη εδώ υπήρξε η συνεισφορά των σκηνοθετών Σ.Λιάϊλια και  Δ.Μπουμπουρίδη, της μουσικού Όλγας Παγκοζίδη, και του Π.Παϊσανίδη. Το 1966 έδωσαν συναυλία στο Σουχούμι ο Μίκης Θεοδωράκης με τη Μαρία Φαραντούρη και αποθεώθησαν από τους εκεί Έλληνες. Με μεγάλη συγκίνηση παρακολουθούσαν και τις ταινίες από την Ελλάδα, που προβάλλονταν τη δεκαετία του 1960 στο Σουχούμι.

Ο Μίκης Θεοδωράκης και η Μαρία Φαραντούρη με τους εκπροσώπους της ελληνικής κοινότητας στο Σουχούμ το 1966
Σημαντικό ρόλο στη ζωή των Ελλήνων-Ποντίων έπαιζαν οι θρησκευτικές γιορτές, τις οποίες, παρά τα εμπόδια  των σοβιετικών αθεϊστικών Αρχών, συνέχιζαν να γιορτάζουν συναθροιζόμενοι σε διάφορα χωριά της ευρύτερης περιοχής του Σουχούμι, όπου δηλαδή υπήρχε η εκκλησία τού  εκάστοτε τιμομένου αγίου.
             Σε γενικές γραμμές, οι Έλληνες στο Σουχούμι δεν αισθάνονταν πια ως πολίτες με πλήρη δικαιώματα. Δεν είχαν  δυνατότητα ελεύθερης πολιτιστικής ανάπτυξης, δέχοταν διακρίσεις στην καθημερινή ζωή και έτσι υπήρχε έντονο το αίσθημα καταπάτησης των μειονοτικών εθνικών τους δικαιωμάτων.
Στις αρχές του 1980 και σε συνθήκες  στασιμότητας της κοινωνικής και πολιτικής ζωής στην ΕΣΣΔ, μεγάλος αριθμός Ελλήνων αγωνιζόταν για το δικαίωμα μετοικεσίας στην ιστορική του πατρίδα, την Ελλάδα, γιατί θεωρούσε αυτό το δρόμο ως τον μοναδικό για την διατήρηση της  ελληνικής του ταυτότητας. Οι σοβιετικές Αρχές όμως ήταν ανένδοτες. Έτσι, το έτος 1986, δημιουργείται η παράνομη  οργάνωση με την επωνυμία ``Επιστροφή``, ιδρυτές της οποίας υπήρξαν  ο Γεώργιος Πυροβιλίδης (πρόεδρος), ο Θεόδωρος Αλχαζάς, ο Ηλίας Παπαδόπουλος και άλλοι. Την οργάνωση αυτή στελέχωναν έως και  πέντε χιλιάδες μέλη από ολόκληρη  τη Σοβιετική Ένωση μέσα σε λίγα χρόνια. Τα πιό δραστήρια μέλη της οργάνωσης κυνηγήθηκαν από την KGB. Μόλις μετά την επικράτηση τής πολιτικής τής ``περεστρόικα`` (=ανοικοδόμηση) και συγκεκριμένα μετά τα τέλη του 1987 απέκτησαν οι Έλληνες επιτέλους το δικαίωμα να  μετοικούν ελεύθερα στην Ελλάδα.
            Μια διαφορετική αντίληψη, που υιοθετήθηκε από άλλη ομάδα Ελλήνων, ήταν η  ανάπτυξη του ελληνικού πληθυσμού στα πλαίσια του σοβιετικού κράτους, με τις απαιτήσεις  αυτόνομης πολιτιστικής ανάπτυξης. Το ζωτικότερης σημασίας ζήτημα ήταν η διδασκαλία των Ελληνικών, η οποία διακόπηκε το 1938, με αποτέλεσμα οι νέοι να μη γνωρίζουν τη νεοελληνική κοινή, εκτός από ελάχιστους, που  ήσαν αυτομαθείς. Η κατάσταση αυτή εξυπηρετούσε τις Αρχές, ο σκοπός των  οποίων ήταν η πλήρης  αφομοίωση των Ελλήνων.
            Στα τέλη της δεκαετίας του 1970  και στις αρχές αυτής του 1980  οι  απαιτήσεις των Ελλήνων για τη διδασκαλία της μητρικής τους γλώσσας εντατικοποιήθηκαν σημαντικά. Καθοριστικό ρόλο στην επαναφορά της στα σχολεία της Γεωργίας, που βρίσκονταν σε περιοχές με μαζική παρουσία Ελλήνων, έπαιξαν οι ομοεθνείς  στο Σουχούμι. Εξαιρετική δραστηριότητα επέδειξαν οι εξής Έλληνες: Χαράλαμπος Πολιτίδης, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Θεόφιλος Ποποβίδης, Βασίλειος Νικοπολίδης, Βαλεντίνα Ποποβίδη. Αυτοί δημιούργησαν την  ημιπαράνομη  οργανωτική επιτροπή και συγκέντρωσαν υπογραφές του ελληνικού στοιχείου, διαπραγματεύθησαν τα ζητήματα επαναφοράς της διδασκαλίας των Ελληνικών με το Υπουργείο  Παιδείας της Αμπχαζίας  και  πάλεψαν για την υπερπήδηση των εμποδίων από τη πλευρά του υπουργού παιδείας της ΣΣΔ της Γεωργίας, ο οποίος  εναντιωνόταν σθεναρά  στην ιδέα αυτή.
              Το 1981 ήταν τελικά η πρώτη χρονιά,  που  επετράπη η διδασκαλία των Ελληνικών ως ξένης γλώσσας  στα σχολεία της Γεωργίας. Οι Έλληνες όμως διεκδικούσαν τη δημιουργία  ελληνικών σχολείων, όπου θα γινόταν  η διδασκαλία των Ελληνικών ως μητρική γλώσσα, κάτι πού πραγματοποιήθηκε στη Σοβιετική Ένωση με την πολιτική τής ``περεστρόικα`` λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα  το 1988.

ΠΕΡΕΣΤΡΟΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 
ΣΤΗΝ ΑΜΠΧΑΖΙΑ

           Από το 1989 και λόγω των σχετικών αλλαγών στο  σοβιετικό σύστημα  επιτρέπεται η δημιουργία οργανώσεων για τις διάφορες εθνικές μειονότητες. Έτσι δημιουργείται και η ελληνική  οργάνωση της Αμπχαζίας με την επωνυμία ``Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Αμπχαζίας``, πρόεδρος του οποίου εκλέγεται ο Ευστάθιος Αναστασιάδης. Το 1990  ιδρύεται  η οργάνωση των Ελλήνων στο Σουχούμι. Για πρώτη φόρα  το 1992  αντιπρόσωποι των Ελλήνων της Αμπχαζίας παίρνουν μέρος στο Τρίτο Παγκόσμιο Ποντιακό συνέδριο στη Θεσσαλονίκη.
       Στο Σουχούμι επαναδραστηριοποιούνται το ποντιακό θέατρο, τα  ελληνικά μουσικά συγκροτήματα, αναστηλώνονται ελληνικές εκκλησίες στα χωριά, εντείνονται οι επαφές με την Ελλάδα.
Οι ηθοποιοί του Ελληνικού θεάτρου του Σουχούμ, 1930

            Σύμφωνα με την  καταγραφή πληθυσμού το 1989,  στην Αμπχαζία ο ελληνικός πληθυσμός ανέρχεται σε 14.664 άτομα, στα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται  άτομα από μικτούς γάμους.

ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΑΝΩΝ ΚΑΙ ΑΜΠΑΖΙΩΝ - ΠΟΛΕΜΟΣ
     ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ - Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΜΠΧΑΖΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ

 Από το 1989  άρχισαν όμως  να εντείνονται οι αντιπαραθέσεις  μεταξύ Γεωργιανών  και  Αμπχαζίων. Η επικράτηση των ακραίων εθνικιστών  στην Τυφλίδα δημιουργούσε εύφλεκτη κατάσταση στην Αμπχαζία, στην οποία  αποστελλόταν κάθε χρόνο μεθοδευμένα και νέος πληθυσμός Γεωργιανών για μόνιμη εγκατάσταση.
Μετά τη διάλυση της  ΕΣΣΔ,  το 1992, οι σχέσεις  Αμπχαζίας-Γεωργίας οξύνθησαν επικίνδυνα.Την άνοιξη του 1992, σε συνθήκες  αναμενόμενου πολέμου, οι 1.400 Έλληνες του Σουχούμι  ζήτησαν από τις ελληνικές Αρχές να τους δοθεί η άδεια  μετοικεσίας στην Ελλάδα, αλλά  το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών  απάντησε, ότι οι ανησυχίες αυτές ήταν υπερβολικές.
Τον Αύγουστο του 1992 ο γεωργιανός στρατός εισέβαλε στην Αμπχαζία και κατέλαβε το Σουχούμι.  Η κυβέρνηση της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Αμπχαζίας  φυγαδεύθηκε στην πόλη Γκουνταούτα.  Κατά τη διάρκεια  του πολέμου ο ελληνικός πληθυσμός  στο Σουχούμι, όπως εξάλλου και ο αρμενικός, αλλά και ο ρωσικός  υπέστη διωγμούς, βιασμούς και κλοπές από τα εγκληματικά στοιχεία, που είχαν αφεθεί  λίγο πρίν  ελεύθεροι από τις φυλακές της Γεωργίας, για να καταταγούν  στο γεωργιανό  στρατό.
Την περίοδο του πολέμου σκοτώθηκαν συνολικά  453 Έλληνες της περιοχής.
Τελικά, και  ύστερα από έντονες πιέσεις, η ελληνική κυβέρνηση μετέφερε ένα  χρόνο μετά  1.013 άτομα ακτοπλοϊκώς από το Σουχούμι στην Ελλάδα. Πολλοί πρόσφυγες  έφτασαν στην Ελλάδα και από τις υπόλοιπες περιοχές της Γεωργίας ή την Ρωσία, όπου είχαν προλάβει να διαφύγουν νωρίτερα. Οι  πρόσφυγες τακτοποιήθηκαν χωρίς κάποιο μελετημένο πρόγραμμα και χωρίς την κατάλληλη  υποδομή στη Θράκη, τη Νάουσα, τη Λαμία καθώς και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος.
Κάποιο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού βρήκε καταφύγιο στην Ρωσική Ομοσπονδία.
Ο πόλεμος  τελείωσε  την 30η Σεπτεμβρίου 1993 με την ήττα του γεωργιανού στρατού, η οποία ανάγκασε χιλιάδες Γεωργιανών να καταφύγουν ως πρόσφυγες πίσω στη Γεωργία. Τότε ήταν που επανήλθε  η παλιά  ονομασία της πόλης: Σουχούμ.
Σήμερα, τον ελληνικό πληθυσμό  αποτελούν περίπου 1.500 άτομα, στην πλειοψηφία  τους ηλικιωμένοι. Στην πόλη   λειτουργεί  ο ελληνικός σύλλογος `` Η Ειρήνη``.
Ως εκπρόσωπος των Ελλήνων ο Νικόλαος Πατουλίδης εξελέγη τη δεκαετία του 1990 βουλευτής  της Δημοκρατίας της Αμπχαζίας.
Η κυβέρνηση της Αμπχαζίας μετά τον πόλεμο εξέφρασε το ενδιαφέρον της για την επιστροφή του ελληνικού πληθυσμού στη χώρα, αλλά η κατάσταση, ύστερα από ανακήρυξη ανεξάρτητης πορείας από τη Γεωργία, δεν έχει ακόμη διευθετηθεί πλήρως οικονομικά, μιας και η Δημοκρατία της  Αμπχαζίας δεν έχει αναγνωρισθεί μέχρι σήμερα από την  διεθνή κοινότητα, εκτός απο τη Ρωσία και μερικές άλλες χώρες.

Γεώργιος Ι. Γρηγοριάδης
Μελετητής της Ιστορίας του Ελληνισμού του Σουχούμ και της Αμπχαζίας


Δημοσίευση σχολίου (0)
Νεότερη Παλαιότερη